Τελετουργικοί φόνοι και κατά συρροή δολοφόνοι

Υπόθεση Andrei Chikatilo

«Είμαι ένα λάθος της φύσης, ένα τρελό τέρας.»

22 Δεκεμβρίου 1978. Ένα 9χρονο κορίτσι περπατά ανέμελο δίχως την αίσθηση του κινδύνου. Επιστρέφει στο σπίτι της έχοντας άγνοια για το τι θα επακολουθούσε λίγο αργότερα. Ένας άνδρας την πλησιάζει και τη δελεάζει προσφέροντάς της μια τσίχλα.

Το κοριτσάκι βρέθηκε λίγο αργότερα νεκρό μέσα στο ποτάμι. Ο πραγματικός ένοχος διαφεύγει τη σύλληψη, καθώς κατηγορείται από τις σοβιετικές αρχές κάποιος άλλος σεσημασμένος βιαστής και εκτελείται.

Ο Andrei Chikatilo ή αλλιώς «ο βιαστής του Rostov» συνεχίζει τη δράση του για τα επόμενα 15 χρόνια αφαιρώντας συνολικά τη ζωή 52 παιδιών εστιάζοντας κυρίως σε αγόρια και κορίτσια που βρίσκονταν στην εφηβεία. Η δράση του περιλάμβανε βιασμό των θυμάτων του, αφαίρεση των οφθαλμών και ακρωτηριασμό των γεννητικών οργάνων. Στη συνέχεια κανιβάλιζε τα πτώματά τους και έπινε το αίμα τους.

Υπόθεση Philip Onyancha

«Κατάφερα 17 και μένουν ακόμα 83»

Ο 32χρονος κενυάτης Philip Onyancha ομολόγησε πως σκότωσε και ήπιε το αίμα 17 ανθρώπων. Θύματά του γυναίκες και παιδιά τα οποία είχαν την ατυχία να βρεθούν στο δρόμο του. Ένας δαίμονας κατά τα λεγόμενά του τον κρατούσε διαρκώς διψασμένο για αίμα. Στόχος του ήταν να πιει το αίμα 100 γυναικών έτσι ώστε να καταφέρει να ξεδιψάσει. Κατά τη διάρκεια της δίκης του παρέμενε απαθής και ψυχρός.

Οι Σατανιστές της Παλλήνης

28 Δεκεμβρίου 1993, και η κοινή γνώμη συγκλονίζεται από μια φρικιαστική αποκάλυψη. Μια παρέα παιδιών αποπλανούν νεαρά κορίτσια και στη συνέχεια κάποια τα δολοφονούν τελετουργικά στο όνομα του Σατανά. Ένοχοι ο Ασημάκης Κατσούλας, η Δήμητρα Μαργέτη και ο Εμμανουήλ Δημητροκάλης.

Η δράση τους περιλάμβανε ακόμη και ανήλικα κορίτσια, τα οποία αφού τα αποπλανούσαν επιδίδονταν μαζί τους σε σεξουαλικά ομαδικά όργια και τελετές μαύρης μαγείας.

Στις 27 Αυγούστου 1992 οδηγούν τη 14χρονη Δώρα Συροπούλου σε μια ερημική τοποθεσία στο Κορωπί και αφού την έγδυσαν της φόρεσαν χειροπέδες και την ανάγκασαν να γονατίσει κρατώντας ένα κερί. Στη συνέχεια τη χτύπησαν στο κεφάλι με ένα ξύλο, όμως εκείνη διατήρησε τις αισθήσεις της. Λίγο αργότερα τη στραγγάλισαν. Η Δώρα έπεσε νεκρή και εκείνοι ασέλγησαν στο σώμα της. Έπειτα από αυτό της έβαλαν φωτιά.

Στις 14 Απριλίου 1993, η 28χρονη Γαρυφαλλιά Γιούργα πέφτει στα χέρια τους και γίνεται το επόμενο θύμα τους το οποίο θα έχει την ίδια κατάληξη με τη Δώρα. Η Γαρυφαλλιά ήταν μητέρα δυο μικρών παιδιών. Ήταν Μεγάλη Τετάρτη και εκείνη επέστρεφε από τη δουλειά της στο σπίτι. Οι τρεις δράστες προσποιούμενοι τους αστυνομικούς την κατάφεραν να μπει στο αυτοκίνητό τους και να τους ακολουθήσει. Ο θάνατός της επήλθε κατά τον ίδιο τρόπο με αυτό της Δώρας Ασημακοπούλου.

Τι είναι εκείνο που κάνει κάποιον να λειτουργεί κατά αυτό τον τρόπο;

Στην υπόθεση των Σατανιστών της Παλλήνης, οι δολοφονίες και το συγκεκριμένο τελετουργικό συμβαίνει στα πλαίσια κάποιων προϋποθέσεων και κανόνων της σατανιστικής αυτής ομάδας. Στις άλλες δυο περιπτώσεις ο εγκληματίας φαίνεται να αντιμετωπίζει κάποιου είδους διαταραχής προσωπικότητας έτσι ώστε να ενεργεί κατά αυτόν τον τρόπο. Για να χαρακτηριστεί τελετουργικός ένας φόνος θα πρέπει να έχει κάποια συγκεκριμένα χαρακτηριστικά, όπως διάρκεια λόγω βασανισμού του θύματος και μεταθανάτια κακοποίηση. Σε πιο ήπιες περιπτώσεις ο θύτης αναγκάζει το θύμα του να προβεί σε ενέργειες όπως να μπει σε παιχνίδι ρόλων. Σε κάθε περίπτωση ένας τελετουργικός φόνος έχει συμβολικό χαρακτήρα που εκφράζει κατά κάποιο τρόπο μια φαντασίωση του δράστη, λόγω ενός ψυχικού τραύματος που υπέστει στο παρελθόν.

Κατά την έρευνα των αρχών για την αναζήτηση ενός τέτοιου δράστη ο τρόπος δράσης του αποτελεί την ταυτότητά του και την ταυτοποίησή του με το έγκλημα.

Σημαντικό κομμάτι της έρευνας και της σύλληψης ενός τέτοιου δράστη είναι η σκιαγράφηση του προφίλ του. Σύμφωνα με τα στοιχεία τα οποία κρίνονται απαραίτητα έτσι ώστε να γίνει μια σκιαγράφηση οι ειδικοί θέτουν κάποια ερωτήματα όπως για το που συνέβη το κάθε πανομοιότυπο περιστατικό, το πώς και το πότε, καθώς στους τελετουργικούς φόνους παίζει σημαντικό ρόλο το μοτίβο της συχνότητας της οποίας συμβαίνουν. Επίσης σημαντική πληροφορία είναι η ταυτότητα των θυμάτων και οι ομοιότητες μεταξύ τους. Αυτό το οποίο θα πρέπει να κατανοηθεί και να αξιολογηθεί είναι ο λόγος για τον οποίο συνέβη αυτή η σειρά εγκλημάτων, κοινώς να «μπει» ο ειδικός μέσα στο μυαλό του δράστη. Η ψυχολογική του κατάσταση, και στοιχεία του βιογραφικού του αποτελούν σημαντικές πληροφορίες έτσι ώστε να αποκαλυφθεί η ταυτότητά του.

Χαρακτηριστικά κακοποίησης των θυμάτων.

Για να γίνει η σύνδεση μεταξύ θυμάτων και δράστη απαιτείται η μελέτη κάποιων χαρακτηριστικών στο σώμα του θύματος όπως για παράδειγμα ο τρόπος βασανισμού του. Αν το θύμα είχε τραύματα σαδισμού, αν ήταν θύμα αιχμαλωσίας, δεσίματος, τί όπλο χρησιμοποιήθηκε για την κακοποίησή του, και αν είχε τις αισθήσεις του.

Για τη σκιαγράφηση ενός δράστη, σημαντική πληροφορία θα λέγαμε δίνει ο χώρος τέλεσης ενός τελετουργικού φόνου, καθώς συνήθως «μαρτυρά» μια ενδεχομένως συναισθηματική ταύτιση ή φαντασίωση του δράστη. Κάτι ακόμα που θα πρέπει να σημειωθεί είναι η μεταθανάτια στάση στην οποία βρίσκεται το θύμα σε εκείνο το χώρο.

Ο χρόνος αποτελεί σημαντικό κομμάτι, καθώς το χρονικό διάστημα μεταξύ των φόνων προδίδει πληροφορίες όπως το τι ίσως να μεσολάβησε ή τί θα μπορούσαν να σημαίνουν για αυτόν κάποιες συγκεκριμένες ημερομηνίες τέλεσης των φόνων.

Στην πρώτη περίπτωση του Chikatilo, την οποία αναφέραμε πιο πάνω ο δράστης βίαζε τα θύματά του πριν ακολουθήσει το τελετουργικό. Ένας βιασμός και η σεξουαλική γενικότερα κακοποίηση ενός θύματος υποδηλώνει ένα δράστη με σεξουαλική δυσλειτουργία. Αυτό υπήρξε σημαντικό στοιχείο για την εξιχνίαση της υπόθεσης και ανταποκρίνονταν φυσικά στην πραγματικότητα, καθώς ο Chikatilo υπήρξε σεξουαλικά ανίκανος.

Στη δεύτερη περίπτωση αυτή του Onyancha, ο δράστης μέσω του τελετουργικού, του οποίου εφάρμοζε στα θύματά του ένιωθε ικανοποίηση, καθώς κυριευμένος από ένα είδος ψυχικής ασθένειας πίστευε πως είχε κυριευτεί από κάποιον δαίμονα που ζητούσε αίμα. Η συχνότητα των εγκλημάτων του εξαρτιόταν από την ανάγκη του για να τραφεί έτσι όπως το όριζε ο άρρωστος νους του.

Και στις τρεις περιπτώσεις παρατηρούμε έναν τυχαίο αριθμό θυμάτων που έχουν το ρόλο του μέσου έτσι ώστε να ικανοποιηθούν κάποιες ανάγκες του δράστη. Μοιάζει και στις τρεις περιπτώσεις ο δράστης πέρα την ηλικία και το φύλο να μην έχει κάποιο άλλο κριτήριο έτσι ώστε να επιλέγει τα θύματά του όπως στην περίπτωση των κατά συρροή δολοφόνων. Αυτές οι περιπτώσεις μοιάζουν να είναι αρκετά πιο δύσκολες στη λύση τους, καθώς ο δράστης δεν ακολουθεί κάποιο συγκεκριμένο μοτίβο πέρα την επιθυμία του για την τελετουργία που θα ακολουθήσει.

Κατά συρροή δολοφόνοι

Υπόθεση Αντώνη Δαγκλή

Η υπόθεση του Δαγκλή αφορά ίσως τη μοναδική περίπτωση Έλληνα κατά συρροή δολοφόνου παρά τον μικρό αριθμό θυμάτων του(τρείς φόνοι και έξι απόπειρες).

Έγινε γνωστός ως ο «δολοφόνος των ιερόδουλων», καθώς ο τρόπος εκτέλεσης(τελετουργικός) των φόνων που διέπραξε αλλά και η επιλογή των θυμάτων του αφορούσε κυρίως ιερόδουλες.

Τον Οκτώβρη του 1995 ανακαλύφθηκε πρώτο το πτώμα της 29χρονης Ελένης Παναγιωτοπούλου, ιερόδουλης, στην περιοχή της Τραγανάς. Το σώμα της Παναγιωτοπούλου βρέθηκε τεμαχισμένο και τα κομμένα μέλη της βρέθηκαν σκορπισμένα σε διάφορα σημεία της περιοχής. Ο δράστης είχε κόψει τις θηλές της και είχε αφαιρέσει τα σπλάχνα της. Αιτία θανάτου ήταν ο στραγγαλισμός της. Ο ίδιος είπε πως αφού τη στραγγάλισε, τη τεμάχισε και πέταξε τα πόδια και τα χέρια της στη θάλασσα.

Λίγο καιρό αργότερα, περίπου δυο μήνες, από την ανακάλυψη του πτώματος της Παναγιωτοπούλου βρέθηκε και δεύτερη νεκρή. Η 26χρονη ιερόδουλη Αθηνά Λαζάρου ήταν το δεύτερο θύμα του ίδιου δράστη, καθώς βρέθηκε στην περιοχή του Βοτανικού στραγγαλισμένη. Ο ίδιος ανέφερε πως τον προσέβαλε για το μόριό του κατά τη διάρκεια της ερωτικής τους πράξης.

Πίσω από τις δολοφονίες αυτές κρύβονταν ένας ψυχικά τραυματισμένος άνθρωπος μεταμορφωμένος σε τέρας. Πράγματι, έπειτα από μαρτυρίες ιερόδουλων οι αρχές κατέληξαν να συλλάβουν τον Αντώνη Δαγκλή, ο οποίος ευθύνονταν για τις δολοφονίες αυτές. Μετά την ομολογία του κατέληξαν πως το πρώτο του θύμα δεν ήταν η Παναγιωτοπούλου αλλά μια άλλη ιερόδουλη αγνώστων στοιχείων όπου είχε βρεθεί παλαιότερα τεμαχισμένη σε περιοχή της Αθήνας. Την είχε κόψει σε τριάντα κομμάτια και ακολούθησε την ίδια τελετουργική διαδικασία αφαιρώντας της ακόμη και την καρδιά. Η δολοφονία της υπήρξε η έναρξη μιας σειράς δολοφονιών και απόπειρων του Δαγκλή απέναντι σε ομάδα ανθρώπων με τα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά. Ο φρικτός τρόπος τέλεσης των εγκλημάτων του υποδηλώνει το μίσος που κυριαρχούσε μέσα του κατά τη συγκεκριμένη κοινωνική ομάδα γυναικών. Η αφαίρεση δέρματος των θυμάτων του, ο τεμαχισμός τμημάτων από τους μαστούς τους και η αφαίρεση των σπλαχνικών οργάνων, υποδήλωνε θυμό και μίσος. Ενδεχομένως στο μυαλό του δράστη αυτό έμοιαζε σαν μια μορφή εξιλέωσης και κάθαρσης. Συνήθως οι δράστες όταν επιλέγουν θύματα με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά, όπως στη περίπτωση αυτή ιερόδουλες, ορίζουν τους εαυτούς τους ως σωτήρες και ενεργούν σύμφωνα με τους δικούς τους ηθικούς νόμους και κανόνες. Κατά την ομολογία του ο Δαγκλής ομολόγησε πως παρά τα άσχημα βιώματα που είχε στην παιδική του ηλικία από τον πατέρα του, αυτό το οποίο ήταν αιτία της μετέπειτα εγκληματικής του δράσης ήταν η αποκάλυψη του επαγγέλματος της μητέρας του που ήταν πόρνη. Ο ίδιος υποστήριξε πως την είδε να κάνει σεξ με κάποιον άνδρα. Σίγουρα αυτό είναι ικανό να αποτελέσει ψυχικό τραύμα για ένα παιδί στην ηλικία των 12 ετών. Όλες όπως δήλωσε του θύμιζαν τη μητέρα του για αυτό τις επέλεγε και έπειτα τις σκότωνε. Υποστήριξε πως δεν το είχε προμελετημένο, η ορμή του για το έγκλημα προέκυπτε δίχως να το θέλει.

«Δε μπορώ να εξηγήσω τι ένιωθα…»είπε στη κατάθεσή του. Είπε πως άκουγε φωνές και το μυαλό του θόλωνε λίγο πριν το έγκλημα.

Κατά την εξέτασή του από πραγματογνώμονες ψυχιάτρους προέκυψε πως ο Δαγκλής δεν έπασχε από κάποια ψυχική νόσο και είχε απλά σεξουαλική διαστροφή.

Ένας εκ των οποίων κατέθεσε πως δεν είδε στα μάτια του Δαγκλή εμφανή σημάδια συντριβής. Δεν φάνηκε να είναι συντετριμμένος, καθώς ήταν ένοχος για τη δολοφονία τόσων γυναικών. Όσο κι αν ο ίδιος υποστήριζε πως έπασχε από ψυχική νόσο, η αλήθεια ήταν πως προσπαθούσε απλά να κερδίσει το ακαταλόγιστο για μια καλύτερη αντιμετώπιση της ποινής του. Ο Δαγκλής δεν έπεισε με την κατάθεσή του. Καταδικάστηκε σε 12 φορές ισόβια κάθειρξη για τις τρεις δολοφονίες γυναικών, έξι απόπειρες ανθρωποκτονίας, βιασμούς, ληστείες, τεμαχισμός και προσβολή μνήμης του νεκρού. Η ποινή του ήταν μια από τις μεγαλύτερες που είχε επιβληθεί ποτέ σε καταδικασθέντα.

Η Θεία Δίκη ήρθε λίγο αργότερα, το 1997, καθώς βρέθηκε απαγχονισμένος στο κελί του.

ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΟΣ: Ρέα Καλογερογιάννη

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Scroll to top
Close
Browse Tags